ABATED - translation to αραβικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

ABATED - translation to αραβικά


ABATED         

الفعل

اِنْتَقَصَ ; تَنَاقَصَ ; تَضَاءَلَ ; تَخَفَّفَ ; تَخَرَّعَ ; تَحَلَّلَ ; اِنْفَثَأَ ; اِنْطَفَأَ ; اِنْخَفَضَ ; خَسَّ ; اِنْحَلَّ ; خَبَا ; اِضْمَحَلَّ ; أَوْهَى ; أَوْهَنَ ; أَهْوَن ; أَنْقَصَ ; أَضْعَفَ ; أَصْغَرَ ; أَثْخَنَ ; اِنْخَرَعَ ; خَمِدَ ; ضَؤُلَ ; قَلَّلَ ; خَسَّسَ ; نَقَصَ ; ضاءَلَ ; نَقَّصَ ; صَغَّرَ ; خَفَّفَ ; خَفَّضَ ; خَفَضَ ; خَفَّ ; خَفَّ ; خَمَدَ

خفف هدأ      
abate
مقتطع      

abatement

Ορισμός

Abated

Βικιπαίδεια

Abated
See also, Abatement.

Abated, an ancient technical term applied in masonry and metal work to those portions which are sunk beneath the surface, as in inscriptions where the ground is sunk round the letters so as to leave the letters or ornament in relief.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για ABATED
1. The controversies over Smith‘s Catholicism abated.
2. The Navy said the torture of other prisoners then abated.
3. "People have the impression that the danger has already abated.
4. Although the rioting has abated, small–scale attacks continue.
5. All other fire fronts had abated, officials said.